δεκαπενταυγουστιάτικος
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- δεκαπενταυγουστιάτικος < δεκαπενταύγουστ(ος) + -ιάτικος
Επίθετο
δεκαπενταυγουστιάτικος, -η, -ο
- που έχει σχέση με τον δεκαπενταύγουστο, αναφέρεται σ’ αυτόν ή συμβαίνει κατά τη διάρκειά του
- Δεκαπενταυγουστιάτικο προσκύνημα στην Παναγιά την Αθηνιώτισσα, γνωστή και ως Παρθενώνας... (*)
Συγγενικά
- → δείτε τις λέξεις δεκαπενταύγουστος, δεκαπέντε και Αύγουστος
Μεταφράσεις
δεκαπενταυγουστιάτικος
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.