δάνος
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ετυμολογία 1
| ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση) δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός | ||||||||
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||||||
|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | τὸ | δάνος | τὰ | δάνη - δάνεᾰ | ||||
| γενική | τοῦ | δάνους - δάνεος | τῶν | δανῶν - δανέων | ||||
| δοτική | τῷ | δάνει - δάνεῐ̈ | τοῖς | δάνεσῐ(ν) | ||||
| αιτιατική | τὸ | δάνος | τὰ | δάνη - δάνεα | ||||
| κλητική ὦ! | δάνος | δάνη - δάνεα | ||||||
| δυϊκός | ||||||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | δάνει - δάνεε | ||||||
| γεν-δοτ | τοῖν | δανοῖν - δανέοιν | ||||||
| 3η κλίση, Κατηγορία 'βέλος' όπως «βέλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||||||
Ετυμολογία 2
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ὁ | δάνος | οἱ | δάνοι |
| γενική | τοῦ | δάνου | τῶν | δάνων |
| δοτική | τῷ | δάνῳ | τοῖς | δάνοις |
| αιτιατική | τὸν | δάνον | τοὺς | δάνους |
| κλητική ὦ! | δάνε | δάνοι | ||
| δυϊκός | ||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | δάνω | ||
| γεν-δοτ | τοῖν | δάνοιν | ||
| 2η κλίση, Κατηγορία 'δρόμος' όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
- δάνος: με χαρακτηριστικό δ < θ στη μακεδονική διάλεκτο, όπως θάνατος
Ουσιαστικό
δάνος, -ου αρσενικό
- μακεδονικός τύπος του θάνατος
- ※ 1ος/2ος κε αιώνας ⌘ Πλούταρχος, Ἠθικά Πῶς δεῖ τὸν νέον ποιημάτων ἀκούειν, Section 6 (6), 25 @scaife.perseus
- δάνον γὰρ Μακεδόνες τὸν θάνατον καλοῦσι,
- ※ 1ος/2ος κε αιώνας ⌘ Πλούταρχος, Ἠθικά Πῶς δεῖ τὸν νέον ποιημάτων ἀκούειν, Section 6 (6), 25 @scaife.perseus
Παράγωγα
- δανέω
- δάντα, δανῶν
Αναφορές
- DGE, Bailly - δάνος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- δάνος σελ. 302 - Beekes, Robert S. P. (2010) Etymological Dictionary of Greek. [Ετυμολογικό λεξικό της ελληνικής γλώσσας] (στα αγγλικά) με την αρωγή του Lucien van Beek. Leiden: Brill. Τόμοι 1‑2.
Πηγές
- δάνος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- δάνος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.