ασκιαγράφητος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | ασκιαγράφητος | η | ασκιαγράφητη | το | ασκιαγράφητο |
| γενική | του | ασκιαγράφητου | της | ασκιαγράφητης | του | ασκιαγράφητου |
| αιτιατική | τον | ασκιαγράφητο | την | ασκιαγράφητη | το | ασκιαγράφητο |
| κλητική | ασκιαγράφητε | ασκιαγράφητη | ασκιαγράφητο | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | ασκιαγράφητοι | οι | ασκιαγράφητες | τα | ασκιαγράφητα |
| γενική | των | ασκιαγράφητων | των | ασκιαγράφητων | των | ασκιαγράφητων |
| αιτιατική | τους | ασκιαγράφητους | τις | ασκιαγράφητες | τα | ασκιαγράφητα |
| κλητική | ασκιαγράφητοι | ασκιαγράφητες | ασκιαγράφητα | |||
| Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Επίθετο
ασκιαγράφητος
- που δεν σκιαγραφήθηκε, δεν απεικονίστηκε στις γενικές του γραμμές
- που δεν περιγράφηκε
- αφηγήθηκες τα γεγονότα με τη σωστή σειρά, όμως τα συναισθήματά σου έμειναν ασκιαγράφητα
Αντώνυμα
Μεταφράσεις
ασκιαγράφητος
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.