αναστιγματικός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | αναστιγματικός | η | αναστιγματική | το | αναστιγματικό |
| γενική | του | αναστιγματικού | της | αναστιγματικής | του | αναστιγματικού |
| αιτιατική | τον | αναστιγματικό | την | αναστιγματική | το | αναστιγματικό |
| κλητική | αναστιγματικέ | αναστιγματική | αναστιγματικό | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | αναστιγματικοί | οι | αναστιγματικές | τα | αναστιγματικά |
| γενική | των | αναστιγματικών | των | αναστιγματικών | των | αναστιγματικών |
| αιτιατική | τους | αναστιγματικούς | τις | αναστιγματικές | τα | αναστιγματικά |
| κλητική | αναστιγματικοί | αναστιγματικές | αναστιγματικά | |||
| Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- αναστιγματικός < αν- (στερητικό α-) + αστιγματικός
Αντώνυμα
Συγγενικά
- → δείτε τη λέξη στίζω
Αναφορές
- αναστιγματικός - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.