αγγόνι
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | το | αγγόνι | τα | αγγόνια |
| γενική | του | αγγονιού | των | αγγονιών |
| αιτιατική | το | αγγόνι | τα | αγγόνια |
| κλητική | αγγόνι | αγγόνια | ||
| Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
| Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- αγγόνι < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ἀγγόνι < ἐγγόνι με τροπή [e] < [a] από συμπροφορά με το αόριστο άρθρο [ˈena aŋˈɡo.ni] > [ˈenaŋˈɡo.ni] > [ˈen‿aŋˈɡo.ni][1]
Προφορά
- ΔΦΑ : /aŋˈɡo.ni/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : αγ‐γό‐νι
Ουσιαστικό
αγγόνι ουδέτερο
- (λαϊκότροπο) άλλη μορφή του εγγόνι
- ※ [δημοτικό] «Της Δέσπως», 1η στροφή, σελ.12@archive - ⌘ Νικόλαος Πολίτης, Εκλογαί από τα τραγούδια του ελληνικού λαού, Εν Αθήναις: Τυπογραφείον Εστία, 1914 @archive
Αχός βαρύς ακούγεται, πολλά ντουφέκια πέφτουν
μήνα σε γάμο ρήχνονται, μήνα σε χαροκόπι;
Ουδέ σε γάμο ρήχνονται, ουδέ σε χαροκόπι
η Δέσπω κάνει πόλεμο με νύφαις και μ' αγγόνια- ΣτΕ: μεταγραφή σε μονοτονικό σύστημα. - ρήχνονται[αλλού: ρίχνουνται] νύφαις[αλλού: νύφες]
- ※ [δημοτικό] «Της Δέσπως», 1η στροφή, σελ.12@archive - ⌘ Νικόλαος Πολίτης, Εκλογαί από τα τραγούδια του ελληνικού λαού, Εν Αθήναις: Τυπογραφείον Εστία, 1914 @archive
Παράγωγα
- αγγονάκι
Μεταφράσεις
αγγόνι
|
Αναφορές
- αγγόνι - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.