αβγοτέμπερα
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | αβγοτέμπερα | οι | αβγοτέμπερες |
| γενική | της | αβγοτέμπερας | — | |
| αιτιατική | την | αβγοτέμπερα | τις | αβγοτέμπερες |
| κλητική | αβγοτέμπερα | αβγοτέμπερες | ||
| Κατηγορία όπως «πέστροφα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
.jpg.webp)
Ο Ιώβ και οι κόρες του, αβγοτέμπερα του Ουίλιαμ Μπλέικ (1757-1827)
Ετυμολογία
Προφορά
- ΔΦΑ : /a.vɣoˈtem.pe.ɾa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐βγο‐τέ‐μπε‐ρα
Ουσιαστικό
αβγοτέμπερα θηλυκό
Μεταφράσεις
αβγοτέμπερα
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.