Χατζηανδρέου
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | 2ος πληθυντικός | |||
|---|---|---|---|---|---|---|
| κοινού γένους | αρσενικό | κοινού γένους | ||||
| ονομαστική | ο/η | Χατζηανδρέου | οι | Χατζηανδρέηδες | οι | Χατζηανδρέου |
| γενική | του/της | Χατζηανδρέου | των | Χατζηανδρέηδων | των | Χατζηανδρέου |
| αιτιατική | τον/τη | Χατζηανδρέου | τους | Χατζηανδρέηδες | τους/τις | Χατζηανδρέου |
| κλητική | Χατζηανδρέου | Χατζηανδρέηδες | Χατζηανδρέου | |||
| Παραμένει άκλιτο. Το αρσενικό έχει επιπλέον κλιτές μορφές στον πληθυντικό. | ||||||
| Ονοματεπώνυμα -Κατηγορία όπως «Ανδρέου» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||||
Προφορά
- ΔΦΑ : /xa.d͡zi.anˈðɾe.u/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Χα‐τζη‐αν‐δρέ‐ου
Μεταγραφές
- λατινικοί χαρακτήρες: Chatziandreou
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.