Χατζηαβάτης

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Χατζηαβάτης οι Χατζηαβάτηδες
      γενική του Χατζηαβάτη των Χατζηαβάτηδων
    αιτιατική τον Χατζηαβάτη τους Χατζηαβάτηδες
     κλητική Χατζηαβάτη Χατζηαβάτηδες
Κατηγορία όπως «μανάβης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Χατζηαβάτης < (άμεσο δάνειο) τουρκική Hacivat < Hacı İvaz, o Χατζής (προσκυνητής) Ιβάζ

Προφορά

ΔΦΑ : /xa.d͡zʝaˈva.tis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Χατζηαβάτης

Κύριο όνομα

Χατζηαβάτης αρσενικό

  1. ανδρικό όνομα, ο συμπρωταγωνιστης του Καραγκιόζη στο θέατρο σκιών
  2. (μεταφορικά, συνήθως στον πληθυντικό) χαρακτηρισμός για άνθρωπο που είναι δουλοπρεπής, υποτακτικός
      οι Χατζηαβάτηδες του τόπου, αν προτιμάτε οι Χατζηαβάτηδες της ράτσας, συνωθούνται και καταλαμβάνουν εκείνους τους χώρους όπου –υποτίθεται ότι– πάει να χτιστεί το συλλογικό, το δημόσιο, το γενικό συμφέρον
    Αντώνης Παπαγιαννίδης, «Ο Οδυσσέας και ο Χατζηαβάτης», Το Βήμα Online (25 Νοεμβρίου 2008)· πρόσβαση: 2020-12-15.

  • Χατζαϊβάτης
  • Χατζεϊβάτης

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.