Τατόι
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | το | Τατόι | τα | Τατόια |
| γενική | του | Τατοΐου | των | Τατοΐων |
| αιτιατική | το | Τατόι | τα | Τατόια |
| κλητική | Τατόι | Τατόια | ||
| Συνήθως στον ενικό. | ||||
| Κατηγορία όπως «μίλι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||

Άποψη του ανακτόρου του Τατοΐου.
Ετυμολογία
- Τατόι < επώνυμο Τατόης < αρβανίτικη Tatoj[1]
Προφορά
- ΔΦΑ : /taˈto.i/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Τα‐τό‐ι
Κύριο όνομα
Τατόι ουδέτερο
- περιοχή της Αττικής
- η λεωφόρος Τατοΐου
- Τα βασιλικά ανάκτορα της πρώην βασιλικής οικογένειας της Ελλάδας
- ※ H αποκάλυψη πως στο μεγάλο στάβλο του Γεωργίου Α΄ στα πρώην Ανάκτορα στο Τατόι βρέθηκαν προσωπικά αντικείμενα της βασιλικής οικογένειας που θεωρούνταν χαμένα δημιουργεί νέα δεδομένα στο κεφάλαιο της αξιοποίησης της βασιλικής περιουσίας (Κώστας Ασημακόπουλος, Τα μυστικά των Ανακτόρων στο Τατόι, οι χαμένες άμαξες και τα κοσμήματα των Ρομανόφ, εφημερίδα Έθνος, 10 Ιουνίου 2020)
Συνώνυμα
-
Τατόι στη Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις
Αναφορές
- Νίκος Σαραντάκος, Από τη Μπουμπουνίστρα στα Ρούλια Αμπέλια, 12 Μαΐου 2014)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.