Ταξιαρχιώτης
Νέα ελληνικά (el)
Προφορά
- ΔΦΑ : /ta.ksi.aɾˈço.tis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Τα‐ξι‐αρ‐χιώ‐της
Ετυμολογία 1
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Ταξιαρχιώτης | οι | Ταξιαρχιώτες |
| γενική | του | Ταξιαρχιώτη | των | Ταξιαρχιωτών |
| αιτιατική | τον | Ταξιαρχιώτη | τους | Ταξιαρχιώτες |
| κλητική | Ταξιαρχιώτη | Ταξιαρχιώτες | ||
| Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
- Ταξιαρχιώτης < Ταξιάρχ(ης) ή Ταξιάρχ(ες) + -ιώτης
Κύριο όνομα
Ταξιαρχιώτης αρσενικό (θηλυκό Ταξιαρχιώτισσα)
Συγγενικά
- Ταξιάρχης, Ταξιάρχες
- Ταξιαρχιώτης (επώνυμο)
Μεταφράσεις
Ταξιαρχιώτης
|
|
Ετυμολογία 2
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Ταξιαρχιώτης | οι | Ταξιαρχιώτηδες |
| γενική | του | Ταξιαρχιώτη* | των | Ταξιαρχιώτηδων |
| αιτιατική | τον | Ταξιαρχιώτη | τους | Ταξιαρχιώτηδες |
| κλητική | Ταξιαρχιώτη | Ταξιαρχιώτηδες | ||
| * Και λόγια γενική ενικού Ταξιαρχιώτου | ||||
| Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
- Ταξιαρχιώτης < πατριδωνυμικό Ταξιαρχιώτης
Μεταγραφές
- κυριλλικοί χαρακτήρες: Таксиархиотис
- λατινικοί χαρακτήρες: Taxiarchiotis
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.