Παπαδόπουλος

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Παπαδόπουλος οι Παπαδόπουλοι
& Παπαδοπουλαίοι1
      γενική του Παπαδόπουλου
& Παπαδοπούλου
των Παπαδόπουλων2
& Παπαδοπουλαίων
    αιτιατική τον Παπαδόπουλο τους Παπαδόπουλους3
& Παπαδοπουλαίους
     κλητική Παπαδόπουλε Παπαδόπουλοι
& Παπαδοπουλαίοι
 1. Οι δεύτεροι τύποι, προφορικοί, οικείοι.
 2. Παρωχημένη γενική πληθυντικού: Παπαδοπούλων
 3. Παρωχημένη αιτιατική πληθυντικού: Παπαδοπούλους
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παπαδόπουλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Παπαδόπουλος < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική Παπαδόπουλος < (παπάς) παπάδ(ες) + -όπουλος
ΑΠΟΓΟΝΟΙ:  δείτε στο μεσαιωνικό Παπαδόπουλος

Προφορά

ΔΦΑ : /pa.paˈðo.pu.los/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Παπαδόπουλος
 

Κύριο όνομα

Παπαδόπουλος αρσενικό (θηλυκό Παπαδοπούλου)

Μεταγραφές



Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)

Ετυμολογία

Παπαδόπουλος < (παπάς) παπάδ(ες) + -όπουλος

Κύριο όνομα

Παπαδόπουλος αρσενικό (θηλυκό Παπαδοπουλίνα)

Απόγονοι

Παπαδόπουλος (μεσαιωνικά ελληνικά)

νέα ελληνικά: Παπαδόπουλος
αγγλικά: Papadopoulos
κροατικά: Papandopulo
ρωσικά: Папандопуло & Попандопуло ( δείτε και  Παπαντόπουλος & Ποπαντόπουλος αντίστοιχα)
σερβικά: Папандопуло
ποντιακά: Παπαδόπουλλος

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.