Παπαδοπούλου
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- Παπαδοπούλου < λόγια γενική ενικού του αρσενικού Παπαδόπουλος
Προφορά
- ΔΦΑ : /pa.pa.ðoˈpu.lu/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Πα‐πα‐δο‐πού‐λου
Μεταγραφές
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
Παπαδοπούλου αρσενικό
- (λόγιο) γενική ενικού του Παπαδόπουλος
- άλλη μορφή: Παπαδόπουλου
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.