Παντελάκης

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Παντελάκης οι Παντελάκηδες
      γενική του Παντελάκη των Παντελάκηδων
    αιτιατική τον Παντελάκη τους Παντελάκηδες
     κλητική Παντελάκη Παντελάκηδες
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Βαμβακάρης (κλίση: μανάβης)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Παντελάκης < Παντελ(ής) + υποκοριστικό επίθημα -άκης  δείτε τη λέξη Παντελεήμων

Προφορά

ΔΦΑ : /pan.deˈla.cis/ και σε γρήγορο λόγο: /pa.deˈla.cis/

Κύριο όνομα

Παντελάκης αρσενικό

  1. υποκοριστικό, χαϊδευτικό ανδρικό όνομα
  2. ανδρικό επώνυμο (θηλυκό Παντελάκη)

Εκφράσεις

Μεταγραφές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.