Παλαιοκαστρίτης

Νέα ελληνικά (el)

Προφορά

ΔΦΑ : /pa.le.o.kaˈstɾi.tis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Παλαιοκαστρίτης

Ετυμολογία 1

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Παλαιοκαστρίτης οι Παλαιοκαστρίτες
      γενική του Παλαιοκαστρίτη των Παλαιοκαστριτών
    αιτιατική τον Παλαιοκαστρίτη τους Παλαιοκαστρίτες
     κλητική Παλαιοκαστρίτη Παλαιοκαστρίτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Παλαιοκαστρίτης < Παλαιόκαστρ(ο) + -ίτης

Κύριο όνομα

Παλαιοκαστρίτης αρσενικό (θηλυκό Παλαιοκαστρίτισσα)

Συγγενικά

Μεταφράσεις

Ετυμολογία 2

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Παλαιοκαστρίτης οι Παλαιοκαστρίτηδες
      γενική του Παλαιοκαστρίτη* των Παλαιοκαστρίτηδων
    αιτιατική τον Παλαιοκαστρίτη τους Παλαιοκαστρίτηδες
     κλητική Παλαιοκαστρίτη Παλαιοκαστρίτηδες
 * Και λόγια γενική ενικού Παλαιοκαστρίτου
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Παλαιοκαστρίτης < πατριδωνυμικό Παλαιοκαστρίτης

Κύριο όνομα

Παλαιοκαστρίτης αρσενικό (θηλυκό Παλαιοκαστρίτη ή Παλαιοκαστρίτου)

Μεταγραφές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.