Κουασιμόδος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Κουασιμόδος | ||
| γενική | του | Κουασιμόδου | ||
| αιτιατική | τον | Κουασιμόδο | ||
| κλητική | Κουασιμόδε | |||
| Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Κουασιμόδος < γαλλική Quasimodo < λατινική quasi modo (Από ήρωα του μυθιστορήματος του Βίκτωρος Ουγκό Η Παναγία των Παρισίων)
Κύριο όνομα
Κουασιμόδος αρσενικό
Πηγές
- Κουασιμόδος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.