Αρναούτης
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Αρναούτης | οι | Αρναούτηδες |
| γενική | του | Αρναούτη | των | Αρναούτηδων |
| αιτιατική | τον | Αρναούτη | τους | Αρναούτηδες |
| κλητική | Αρναούτη | Αρναούτηδες | ||
| Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Βαμβακάρης - κλίση: μανάβης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Προφορά
- ΔΦΑ : /aɾ.naˈu.tis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Αρ‐να‐ού‐της
Ετυμολογία
- Αρναούτης < οθωμανική τουρκική ارناود (Arnaut) και آرناوود (Arnavud) (τουρκική γλώσσα Arnavut) < μεσαιωνικά ελληνικά Ἀρβανίτης
Κύριο όνομα
Αρναούτης αρσενικό
- (εθνικό όνομα, παρωχημένο) ο Αρβανίτης, ο Αλβανός (θηλυκό Αρναούτισσα)
- ανδρικό επώνυμο (θηλυκό Αρναούτη)
- ※ Εκεί μαθαίνει ότι το δεξί χέρι του τέως [βασιλιά], ο Μιχαήλ Αρναούτης, είχε απειλήσει τον γιατρό των Ανακτόρων […]
- Δημήτρης Ψαρράς, «Ο βασιλιάς-φάντασμα», Η Εφημερίδα των Συντακτών efsyn.gr (3 Ιανουαρίου 2016)· πρόσβαση: 2019-11-22).
- ※ Εκεί μαθαίνει ότι το δεξί χέρι του τέως [βασιλιά], ο Μιχαήλ Αρναούτης, είχε απειλήσει τον γιατρό των Ανακτόρων […]
Συγγενικά
- αρναούτικος
επώνυμα:
- Αρναούτ
- Αρναβούτης
- Αρναουτάκης
- Αρναουτάκος
- Αρναουτέλης, Αρναουτέλλης
- Αρναουτίδης
- Αρναούτογλου
→ δείτε και τη λέξη Αρβανίτης
- Αρναουτιάν
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.