Ανατολία
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | Ανατολία | ||
| γενική | της | Ανατολίας | ||
| αιτιατική | την | Ανατολία | ||
| κλητική | Ανατολία | |||
| Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Προφορά
- ΔΦΑ : /a.na.toˈli.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Α‐να‐το‐λί‐α
Κύριο όνομα
Ανατολία θηλυκό, μόνο στον ενικό
- χερσόνησος της Τουρκίας, η Μικρά Ασία
- ※ Μια δομή 1.500 ετών που πιστεύεται ότι είναι μία από τις παλαιότερες εκκλησίες στην Ανατολία ανακαλύφθηκε κατά τη διάρκεια ανασκαφών στην αρχαία πόλη της Αδριανούπολης (Παφλαγονία) στην επαρχία Καραμπούκ και στην περιοχή Εσκιπαζάρ. (Στο φως εκκλησία 1.500 ετών στην Ανατολία, Η Καθημερινή, 7 Φεβρουαρίου 2018)
Συγγενικά
-
Ανατολία στη Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις
Ανατολία
|
Αναφορές
- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
- Everett-Heath, John (2020). Concise Oxford Dictionary of World Place Names [Συνοπτικό Λεξικό Παγκόσμιων Τοπωνυμίων της Οξφόρδης] (6η έκδοση). Oxford: Oxford University Press.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.