Ακαδημία

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Ακαδημία οι Ακαδημίες
      γενική της Ακαδημίας των Ακαδημιών
    αιτιατική την Ακαδημία τις Ακαδημίες
     κλητική Ακαδημία Ακαδημίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Ακαδημία < ελληνιστική κοινή Ἀκαδημία / Ἑκαδήμεια < αρχαία ελληνική Ἀκαδήμεια < Ἀκάδημος < ἐκάς + δῆμος (2: (μεταφραστικό δάνειο) γαλλική académie)

Προφορά

ΔΦΑ : /a.ka.ðiˈmi.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Ακαδημία

Κύριο όνομα

Ακαδημία θηλυκό

  1. (ιστορία) φιλοσοφική σχολή του Πλάτωνα
  2. τίτλος ιδρύματος συγκεκριμένης ακαδημίας

Συγγενικά

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.