Αιγόκερως

Νέα ελληνικά (el)

λείπει η κλίση

ο αστερισμός του Αιγόκερω
το ζωδιακό σύμβολο του Αιγόκερω

Ετυμολογία

Αιγόκερως < αρχαία ελληνική αἴξ (γενική: αἰγός) + κέρας (γενική: κέρασος > κέρως)

Κύριο όνομα

Αιγόκερως αρσενικό

  • (αστερισμός) όνομα αστερισμού του νότιου ημισφαιρίου. Ανήκει στους 48 αστερισμούς που σημειώθηκαν πρώτη φορά στην αρχαιότητα από τον Πτολεμαίο και στους 88 επίσημους αστερισμούς που το 1922 θέσπισε η Διεθνής Αστρονομική Ένωση
Συντομογραφία : Cap
  • (αστρολογία) το δέκατο ζώδιο του ζωδιακού κύκλου που θεωρείται ότι κυριαρχεί από 22 Δεκεμβρίου ως 19 Ιανουαρίου

Τα ζώδια

Κριός - Ταύρος - Δίδυμοι - Καρκίνος - Λέων - Παρθένος - Ζυγός - Σκορπιός - Τοξότης - Αιγόκερως - Υδροχόος - Ιχθείς

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.