Άκκρα

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Άκκρα
      γενική της Άκκρας
    αιτιατική την Άκκρα
     κλητική Άκκρα
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Άποψη της Άκκρας.

Ετυμολογία

Άκκρα < αγγλική Accra

Προφορά

ΔΦΑ : /ˈa.kɾa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Άκκρα

Κύριο όνομα

Άκκρα θηλυκό, μόνο στον ενικό

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.