antivirus

Αγγλικά (en)

Ετυμολογία

antivirus < anti- + virus

Ουσιαστικό

antivirus (en) (πληθυντικός antiviruses)

  • antimalware
  • antivirus στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια

Αναφορές



    Γαλλικά (fr)

    Ετυμολογία

    antivirus < σύνθετη υβριδική λέξη αρχαία ελληνική αντί και λατιν. virus (=ιός, δηλητήριο).

    Ουσιαστικό

    antivirus (fr) αρσενικό άκλιτο

    διεθνής όρος για προγράμματα προστασίας από (κακόβουλο λογισμικό) (χάκερ) που πλήττει τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές

    This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.