Buch

Γερμανικά (de)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική das Buch die Bücher
γενική des Buches
Buchs
der Bücher
δοτική dem Buch
Buche
den Büchern
αιτιατική das Buch die Bücher

Ετυμολογία

Buch < (κληρονομημένο) μέση άνω γερμανική buoch < παλαιά άνω γερμανική buoh < πρωτογερμανική *bōks- [1] (βλ. αγγλική book)

Προφορά

ΔΦΑ : /buːx/
 
 

Ουσιαστικό

Buch (de) ουδέτερο

  • το βιβλίο
    Schlagt eure Bücher auf Seite 10 auf.
    Ανοίξτε τα βιβλία σας στη σελίδα 10.

Συγγενικά

Σύνθετα

  • Buch στη γερμανική Βικιπαίδεια Λήμμα στη γερμανική Βικιπαίδεια

Αναφορές

  1. Buch - Digitales Wörterbuch der deutschen Sprache [Ψηφιακό λεξικό της γερμανικής γλώσσας]. Berlin-Brandenburgische Akademie der Wissenschaften (BBAW) (Ακαδημία Επιστημών [και Ανθρωπιστικών Επιστημών] του Βερολίνου-Βρανδεμβούργου).


Κύριο όνομα

Buch αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές

  • Familienforschung in Westpreußen, ανακτήθηκε στις 20/8/2023 ,



Ιταλικά (it)

Ετυμολογία

Buch < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

Buch αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές

  • Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023



Σουηδικά (sv)

Ετυμολογία

Buch < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

Buch αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές

  • Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden



Δανικά (da)

Ετυμολογία

Buch < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

Buch αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές

  • Den samlede liste over for- og efternavne i Region Nordjylland (Ο πλήρης κατάλογος των ονομάτων και των επωνύμων στην περιοχή Βόρεια Γιούτλαντ), nordjyske.dk, ανακτήθηκε στις 13/9/2023
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.