-σπιτο
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | το | -σπιτο | τα | -σπιτα |
| γενική | του | -σπιτου | των | -σπιτων |
| αιτιατική | το | -σπιτο | τα | -σπιτα |
| κλητική | -σπιτο | -σπιτα | ||
| Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Προφορά
- ΔΦΑ : /spi.to/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : -σπι‐το
Επίθημα
-σπιτο ουδέτερο
Σύνθετα
- Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -σπιτο στο Βικιλεξικό
- λήγουν σε --σπιτο - Αναστασιάδη-Συμεωνίδη, Άννα (2003) Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες)
Μεταφράσεις
-σπιτο
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.