-μαχώ

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

-μαχώ < αρχαία ελληνική -μαχῶ[1]

Προφορά

ΔΦΑ : /maˈxo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: -μαχώ

Επίθημα

-μαχώ ουδέτερο

Κλίση

Αναφορές

Πηγές

  • -μαχώ - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.