-άδης

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο -άδης οι -άδηδες
      γενική του -άδη* των -άδηδων
    αιτιατική τον -άδη τους -άδηδες
     κλητική -άδη -άδηδες
 * Και λόγια γενική ενικού -άδου
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

-άδης < αρχαία ελληνική -άδης[1]

Προφορά

ΔΦΑ : /ˈa.ðis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: δης

Επίθημα

-άδης αρσενικό (θηλυκό -άδη και λόγιο -άδου)

  • -ιάδης (όταν το γιώτα ⟨ ι ⟩ δεν υπάρχει στο θέμα)

Παράγωγα

Από τη γενική ενικού, τα γυναικεία επώνυμα

  • σε -άδη
  • σε -άδου (από τη λόγια γενική)

  • Κατηγορία:Ανδρικά επώνυμα με επίθημα -άδης (νέα ελληνικά)
  • Κατηγορία:Γυναικεία επώνυμα με επίθημα -άδη (νέα ελληνικά)
  • Κατηγορία:Γυναικεία επώνυμα με επίθημα -άδου (νέα ελληνικά)

αλλόγλωσσα επώνυμα ελληνικής προέλευσης:

  • Γεωργιανά επώνυμα με κατάληξη -ადისი (-άντισι)

Αναφορές

  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.