چراغ
Περσικά (fa)
Ετυμολογία
- چراغ: → δείτε چراغ#Persian στο αγγλικό Βικιλεξικό
Προφορά
- ΔΦΑ : /t͡ʃi.ɾɑːɣ/
Ουσιαστικό
چراغ (fa)
Απόγονοι
چراغ (čerâğ) (περσικά)
- ↷ γεωργιανά: ჩირაღი (čiraɣi)
- ↷ οθωμανικά τουρκικά: چراغ (çerağ, çirağ), چراق (çırak)
- ⇒ τουρκικά: çırak
- ↷ αλβανικά: çirak
- ↷ βουλγαρικά: чирак (čirak)
- ↷ νέα ελληνικά: τσιράκι (tsiraki)
- ↷ κριμαϊκά ταταρικά: şıraq
- ↷ ρουμανικά: cirac
- ↷ σερβοκροατικά: чѝра̄к (čìrāk)
→ και δείτε چراغ#Descendants_2 στο αγγλικό Βικιλεξικό
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.