φωτόνιο

Αυτή η σελίδα μπήκε στον κατάλογο των σελίδων που χρειάζονται να μορφοποιηθούν όπως συνηθίζεται στο Βικιλεξικό,
έτσι ώστε να υπάρχει ομοιομορφία με τις υπόλοιπες σελίδες.

Παρακαλούμε βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι η μορφή της σελίδας ταιριάζει με τα στάνταρντ του Βικιλεξικού.

Για μορφοποίηση: Χρειάζεται και εκλαϊκευμένος, εύληπτος ορισμός από φυσικό sarri.greek (συζήτηση) 10:12, 26 Οκτωβρίου 2019 (UTC).


Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το φωτόνιο τα φωτόνια
      γενική του φωτόνιου
& φωτονίου
των φωτόνιων
& φωτονίων
    αιτιατική το φωτόνιο τα φωτόνια
     κλητική φωτόνιο φωτόνια
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι.
Κατηγορία όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

φωτόνιο < απόδοση της αγγλικής λέξης photon του Gilbert N. Lewis < από την ρίζα της λέξης φῶς-φωτός

Ουσιαστικό

φωτόνιο ουδέτερο

  • σωματίδιο φωτός, κβάντο φωτός, χωρίς μάζα ή φορτίο, φορέας της ηλεκτρομαγνητικής αλληλεπίδρασης, ο οποίος απεικονίζεται διεθνώς με το σύμβολο γ (το ελληνικό πεζό γράμμα γάμα) ή -είναι επίσης μποζόνιο
αλληλεπιδρά με φορτισμένα σωματίδια, όχι όμως με τα W (W± δηλαδή W+ και W-)

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.