φραγκικός

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο φραγκικός η φραγκική το φραγκικό
      γενική του φραγκικού της φραγκικής του φραγκικού
    αιτιατική τον φραγκικό τη φραγκική το φραγκικό
     κλητική φραγκικέ φραγκική φραγκικό
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι φραγκικοί οι φραγκικές τα φραγκικά
      γενική των φραγκικών των φραγκικών των φραγκικών
    αιτιατική τους φραγκικούς τις φραγκικές τα φραγκικά
     κλητική φραγκικοί φραγκικές φραγκικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

φραγκικός < (παρωχημένο) μεσαιωνική ελληνική φραγκικός < Φράγκ(ος) + -ικός

Επίθετο

φραγκικός -ή, -ό

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.