υφυπουργικός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | υφυπουργικός | η | υφυπουργική | το | υφυπουργικό |
| γενική | του | υφυπουργικού | της | υφυπουργικής | του | υφυπουργικού |
| αιτιατική | τον | υφυπουργικό | την | υφυπουργική | το | υφυπουργικό |
| κλητική | υφυπουργικέ | υφυπουργική | υφυπουργικό | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | υφυπουργικοί | οι | υφυπουργικές | τα | υφυπουργικά |
| γενική | των | υφυπουργικών | των | υφυπουργικών | των | υφυπουργικών |
| αιτιατική | τους | υφυπουργικούς | τις | υφυπουργικές | τα | υφυπουργικά |
| κλητική | υφυπουργικοί | υφυπουργικές | υφυπουργικά | |||
| Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- υφυπουργικός < υφ- + υπουργικός / υφυπουργ(ία) + -ικός
Προφορά
- ΔΦΑ : /i.fi.puɾ.ʝiˈkos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : υ‐φυ‐πουρ‐γι‐κός
Μεταφράσεις
υφυπουργικός
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.