τσαι

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

τσαι: γραμμένη η προφορά του συνδέσμου «και» για ιδιώματα με τσιτακισμό < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική καί

Προφορά

ΔΦΑ : /ˈt͡se/ προσέγγιση ιδιωματικού κατά την προφορά της κοινής

Σύνδεσμος

τσαι



Τσακωνικά (tsd)

Ετυμολογία

τσαι < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική καί με τσιτακισμό

Προφορά

ΔΦΑ : /ˈt͡se/ προσέγγιση ιδιωματικού κατά την προφορά της κοινής
ομόηχο: τσε (ξε-)

Σύνδεσμος

τσαι

  1. (συμπλεκτικός σύνδεσμος) και
  2. (αιτιολογικός) διότι, γιατί
  3. (διαζευτικός) είτε
  4. (ειδικός) ότι

  • τσι
  • τσ' (συνήθως όταν ακολουθεί φωνήεν)

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.