τσαι
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- τσαι: γραμμένη η προφορά του συνδέσμου «και» για ιδιώματα με τσιτακισμό < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική καί
Προφορά
- ΔΦΑ : /ˈt͡se/ προσέγγιση ιδιωματικού κατά την προφορά της κοινής
Τσακωνικά (tsd)
Ετυμολογία
- τσαι < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική καί με τσιτακισμό
Σύνδεσμος
τσαι
Πηγές
- σελ.256.jpg, τόμ.3 - Κωστάκης, Θανάσης Π. Λεξικό της τσακωνικής διαλέκτου. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών, τόμοι Α', Β' 1986, τόμος Γ' 1987), Τόμος 3ος@academyofathens
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.