τίς

Αρχαία ελληνικά (grc)

Ετυμολογία

τίς < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *kʷis. Συγγενικά: λατινική quis και χεττιτική 𒆪𒅖 (kuiš).

Αντωνυμία

τίς

  1. (ερωτηματική αντωνυμία) ποιος;
  2. (αόριστη αντωνυμία) τις (κάποιος) πριν από εγκλιτικό
      5ος/4ος πκε αιώνας Πλάτων, Μένων, 70α
    ἀποκρίνεσθαι ἐάν τίς τι ἔρηται

Σημειώσεις

  • Κανονικά η αόριστη αντωνυμία τονίζεται με βαρεία: τὶς

για την ερωτηματική αντωνυμία:

  • ηλειακός και λακωνικός τύπος: τίρ

για την αόριστη αντωνυμία:

  • θεσσαλικός τύπος: κῐς
  • αρκαδικός τύπος: σῐς
  • ηλειακός τύπος: τῐρ

Σύνθετα

Κλίση

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.