σαγιάκι
| Χρειάζεται τεκμηρίωση με παραπομπή σε κείμενο, εγχειρίδιο ή λεξικό. |
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | το | σαγιάκι | τα | σαγιάκια |
| γενική | του | σαγιακιού | των | σαγιακιών |
| αιτιατική | το | σαγιάκι | τα | σαγιάκια |
| κλητική | σαγιάκι | σαγιάκια | ||
| Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
| Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- σαγιάκι < (άμεσο δάνειο) τουρκική şayak
Προφορά
- ΔΦΑ : /saˈʝa.ci/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : σα‐γιά‐κι
Ουσιαστικό
σαγιάκι ουδέτερο
Μεταφράσεις
σαγιάκι
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.