ρωγοβύζι

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ρωγοβύζι τα ρωγοβύζια
      γενική του ρωγοβυζιού των ρωγοβυζιών
    αιτιατική το ρωγοβύζι τα ρωγοβύζια
     κλητική ρωγοβύζι ρωγοβύζια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

ρωγοβύζι < ρώγ(α) + -ο- + βυζί[1]

Ουσιαστικό

ρωγοβύζι ουδέτερο

  1. η άκρη του στήθους, η θηλή
    στο ρωγοβύζι ανατριχιάζαν τα παιδιά... (Ν. Καββαδίας, Federico Garcia Lorca)
  2. θήλαστρο, μπιμπερό

  • ρογοβύζι (ιδιωματικό)

Μεταφράσεις

Αναφορές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.