ραγάνι

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ραγάνι τα ραγάνια
      γενική του ραγανιού των ραγανιών
    αιτιατική το ραγάνι τα ραγάνια
     κλητική ραγάνι ραγάνια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

ραγάνι < (άμεσο δάνειο) τουρκική urağan + < γαλλική uragan < ισπανική huracán < ταΐνο *hurakā ή juracán (και γλώσσες της Καραϊβικής)

Προφορά

ΔΦΑ : /ɾaˈɣa.ni/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ραγάνι

Ουσιαστικό

ραγάνι ουδέτερο

Συνώνυμα

Μεταφράσεις

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.