πρυτανικός

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο πρυτανικός η πρυτανική το πρυτανικό
      γενική του πρυτανικού της πρυτανικής του πρυτανικού
    αιτιατική τον πρυτανικό την πρυτανική το πρυτανικό
     κλητική πρυτανικέ πρυτανική πρυτανικό
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι πρυτανικοί οι πρυτανικές τα πρυτανικά
      γενική των πρυτανικών των πρυτανικών των πρυτανικών
    αιτιατική τους πρυτανικούς τις πρυτανικές τα πρυτανικά
     κλητική πρυτανικοί πρυτανικές πρυτανικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

πρυτανικός < ελληνιστική κοινή πρῠτᾰνῐκός < αρχαία ελληνική πρύτανις

Επίθετο

πρυτανικός

Συγγενικά

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.