ποίησις
Αρχαία ελληνικά (grc)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ἡ | ποίησῐς | αἱ | ποιήσεις |
| γενική | τῆς | ποιήσεως | τῶν | ποιήσεων |
| δοτική | τῇ | ποιήσει | ταῖς | ποιήσεσῐ(ν) |
| αιτιατική | τὴν | ποίησῐν | τὰς | ποιήσεις |
| κλητική ὦ! | ποίησῐ | ποιήσεις | ||
| δυϊκός | ||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | ποιήσει | ||
| γεν-δοτ | τοῖν | ποιησέοιν | ||
| 3η κλίση, Κατηγορία 'δύναμις' όπως «δύναμις» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Συγγενικά
- -ποίησις Αρχαίες ελληνικές λέξεις με επίθημα -ποίησις στο Βικιλεξικό
- (Χρειάζεται επεξεργασία)
Πηγές
- ποίησις - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ποίησις - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.