ποιήσεις

Νέα ελληνικά (el)

Ρηματικός τύπος

ποιήσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος ποιώ
  2. θα ποιήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος ποιώ

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

ποιήσεις θηλυκό

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του ποίηση
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.