πιότερος

Νέα ελληνικά (el)

χωρίς άρθρο, συγκριτικός βαθμός
με το άρθρο, σχετικός υπερθετικός βαθμός
 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο πιότερος η πιότερη το πιότερο
      γενική του πιότερου της πιότερης του πιότερου
    αιτιατική τον πιότερο την πιότερη το πιότερο
     κλητική πιότερε πιότερη πιότερο
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι πιότεροι οι πιότερες τα πιότερα
      γενική των πιότερων των πιότερων των πιότερων
    αιτιατική τους πιότερους τις πιότερες τα πιότερα
     κλητική πιότεροι πιότερες πιότερα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

πιότερος < μεσαιωνική ελληνική πιότερος[1] < αρχαία ελληνική πλειότερος[2]

Επίθετο

πιότερος, -η, -ο

Συγγενικά

Μεταφράσεις

  1. πιότερος - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
  2. πιότερος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.