παξαμᾶς
Αρχαία ελληνικά (grc)
| ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση) δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός | ||||||||
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||||
|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ὁ | παξαμᾶς | ||||||
| γενική | τοῦ | παξαμᾶ | ||||||
| δοτική | τῷ | παξαμᾷ | ||||||
| αιτιατική | τὸν | παξαμᾶν | ||||||
| κλητική ὦ! | παξαμᾶ | |||||||
| ανώμαλη κλίση, Κατηγορία 'Μηνᾶς' όπως «Μηνᾶς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||||||
Ετυμολογία
- παξαμᾶς (ελληνιστική κοινή) < Πάξαμος, αρτοποιός και μάγειρας του 1ου αιώνα κε
Παράγωγα
- παξαμάδιον (υποκοριστικό του παξαμᾶς)
- παξαμάτιον (υποκοριστικό του παξαμᾶς)
Απόγονοι
παξαμᾶς (ελληνιστική κοινή)
- στα μεσαιωνικά ελληνικά: ἀπαξιμάδιν, ἀπαξιμάδιον, παξιμάδα, παξιμάδι, παξιμάδιν, παξιμάδιον, παξαμίτης
- στα κυπριακά: ποξαμάτιν, παξαμάτιν, ποξομάτιν
Πηγές
- παξαμᾶς - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- παξαμᾶς - LBG - Trapp, Erich, et al. (1994–2007) Lexikon zur byzantinischen Gräzität besonders des 9.-12. Jahrhunderts (Λεξικό της Βυζαντινής Ελληνικής, ιδίως για τον 9ο-12ο αιώνα), Verlag der Österreichischen Akademie der Wissenschaften (Έκδοση της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.