ντραμίστας
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | ντραμίστας | οι | ντραμίστες |
| γενική | του | ντραμίστα | των | ντραμιστών |
| αιτιατική | τον | ντραμίστα | τους | ντραμίστες |
| κλητική | ντραμίστα | ντραμίστες | ||
| Κατηγορία όπως «γαλαξίας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||

ντραμίστας
Ετυμολογία
Μεταφράσεις
ντραμίστας
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.