μυγοσκοτώστρα

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η μυγοσκοτώστρα οι μυγοσκοτώστρες
      γενική της μυγοσκοτώστρας
    αιτιατική τη μυγοσκοτώστρα τις μυγοσκοτώστρες
     κλητική μυγοσκοτώστρα μυγοσκοτώστρες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
μυγοσκοτώστρα (1)

Ετυμολογία

μυγοσκοτώστρα < μύγα + -ο- + σκοτώνω + -τρα

Ουσιαστικό

μυγοσκοτώστρα θηλυκό

  1. αντικείμενο που χρησιμοποιείται για την εξόντωση των μυγών, επιφέροντας με αυτό, χειροκίνητα, ένα γρήγορο χτύπημα επάνω στη μύγα
  2. (κατ’ επέκταση) μηχανισμός που χρησιμοποιείται για την εξόντωση ιπτάμενων εντόμων με ηλεκτροπληξία

Συγγενικά

Πηγές

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.