μπιτόνι

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το μπιτόνι τα μπιτόνια
      γενική του μπιτονιού των μπιτονιών
    αιτιατική το μπιτόνι τα μπιτόνια
     κλητική μπιτόνι μπιτόνια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

μπιτόνι < πιθανόν μπετόνι με τροπή /i > e/, άμεσο δάνειο από τη γαλλική bidon ή ιταλική bidone με ανομοίωση ηχηρότητας /b-d/ > /b-t/

Προφορά

ΔΦΑ : /biˈto.ni/
τυπογραφικός συλλαβισμός: μπιτόνι

Ουσιαστικό

μπιτόνι ουδέτερο

Μεταφράσεις

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.