μισοφόρι
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | το | μισοφόρι | τα | μισοφόρια |
| γενική | του | μισοφοριού | των | μισοφοριών |
| αιτιατική | το | μισοφόρι | τα | μισοφόρια |
| κλητική | μισοφόρι | μισοφόρια | ||
| Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
| Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Προφορά
- ΔΦΑ : /mi.soˈfo.ɾi/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : μι‐σο‐φό‐ρι
Μεταφράσεις
μισοφόρι
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.