μεταδευτεροβάθμιος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | μεταδευτεροβάθμιος | η | μεταδευτεροβάθμια | το | μεταδευτεροβάθμιο |
| γενική | του | μεταδευτεροβάθμιου | της | μεταδευτεροβάθμιας | του | μεταδευτεροβάθμιου |
| αιτιατική | τον | μεταδευτεροβάθμιο | τη | μεταδευτεροβάθμια | το | μεταδευτεροβάθμιο |
| κλητική | μεταδευτεροβάθμιε | μεταδευτεροβάθμια | μεταδευτεροβάθμιο | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | μεταδευτεροβάθμιοι | οι | μεταδευτεροβάθμιες | τα | μεταδευτεροβάθμια |
| γενική | των | μεταδευτεροβάθμιων | των | μεταδευτεροβάθμιων | των | μεταδευτεροβάθμιων |
| αιτιατική | τους | μεταδευτεροβάθμιους | τις | μεταδευτεροβάθμιες | τα | μεταδευτεροβάθμια |
| κλητική | μεταδευτεροβάθμιοι | μεταδευτεροβάθμιες | μεταδευτεροβάθμια | |||
| ομάδα 'ωραίος', Κατηγορία όπως «θαυμάσιος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- μεταδευτεροβάθμιος < μετα- + δευτεροβάθμιος
Προφορά
- ΔΦΑ : /me.ta.ðe.fte.ɾoˈva.θmi.os/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : με‐τα‐δευ‐τε‐ρο‐βάθ‐μι‐ος
Επίθετο
μεταδευτεροβάθμιος, -α, -ο
- που βρίσκεται, γίνεται ή συμβαίνει μετά από τη δευτεροβάθμια βαθμίδα
- ↪ μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση
Συγγενικά
- → δείτε τις λέξεις μετά, δευτεροβάθμιος, δεύτερος και βαθμός
Μεταφράσεις
μεταδευτεροβάθμιος
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.