μεμβρανώδης
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | μεμβρανώδης | η | μεμβρανώδης | το | μεμβρανώδες |
| γενική | του | μεμβρανώδους | της | μεμβρανώδους | του | μεμβρανώδους |
| αιτιατική | τον | μεμβρανώδη | τη | μεμβρανώδη | το | μεμβρανώδες |
| κλητική | μεμβρανώδη(ς) | μεμβρανώδης | μεμβρανώδες | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | μεμβρανώδεις | οι | μεμβρανώδεις | τα | μεμβρανώδη |
| γενική | των | μεμβρανωδών | των | μεμβρανωδών | των | μεμβρανωδών |
| αιτιατική | τους | μεμβρανώδεις | τις | μεμβρανώδεις | τα | μεμβρανώδη |
| κλητική | μεμβρανώδεις | μεμβρανώδεις | μεμβρανώδη | |||
| Κατηγορία όπως «μανιώδης» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- μεμβρανώδης < μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική membraneux
Μεταφράσεις
μεμβρανώδης
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.