καταχρηστική πρόθεση
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | καταχρηστική πρόθεση | οι | καταχρηστικές προθέσεις |
| γενική | της | καταχρηστικής πρόθεσης & προθέσεως |
των | καταχρηστικών προθέσεων |
| αιτιατική | την | καταχρηστική πρόθεση | τις | καταχρηστικές προθέσεις |
| κλητική | καταχρηστική πρόθεση | καταχρηστικές προθέσεις | ||
| Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- καταχρηστική πρόθεση < → δείτε τις λέξεις καταχρηστική και πρόθεση
Ουσιαστικό
καταχρηστική πρόθεση θηλυκό
- (γραμματική, παρωχημένο) η πρόθεση της ελληνικής που δεν απαντά εν συνθέσει και χρησιμοποιείται μαζί με πλάγιες πτώσεις στον σχηματισμό εμπροθέτων, με εξαίρεση την πλην/πλήν
- κύρια πρόθεση
- καταχρηστικός
Μεταφράσεις
καταχρηστική πρόθεση
|
|
Πηγές
- καταχρηστικός - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
- πρόθεση - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- καταχρηστικός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- καταχρηστικός - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.