ιστοσυγκομιδή

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ιστοσυγκομιδή οι ιστοσυγκομιδές
      γενική της ιστοσυγκομιδής των ιστοσυγκομιδών
    αιτιατική την ιστοσυγκομιδή τις ιστοσυγκομιδές
     κλητική ιστοσυγκομιδή ιστοσυγκομιδές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

ιστοσυγκομιδή < ιστ(ός) + -ο- + συγκομιδή < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική web harvesting, web scraping

Ουσιαστικό

ιστοσυγκομιδή θηλυκό

Μεταφράσεις

Αναφορές

  1. Αδαμαντία Βολικού, δικηγόρος, Η εποχή της «συγκομιδής» των προσωπικών δεδομένων. Προσπέλαση 2020-03-31
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.