θυροτηλεόραση

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η θυροτηλεόραση οι θυροτηλεοράσεις
      γενική της θυροτηλεόρασης* των θυροτηλεοράσεων
    αιτιατική τη θυροτηλεόραση τις θυροτηλεοράσεις
     κλητική θυροτηλεόραση θυροτηλεοράσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, θυροτηλεοράσεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

θυροτηλεόραση < θύρα + -ο- + τηλεόραση

Ουσιαστικό

θυροτηλεόραση θηλυκό

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.