θερμοσιφωνισμός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | θερμοσιφωνισμός | οι | θερμοσιφωνισμοί |
| γενική | του | θερμοσιφωνισμού | των | θερμοσιφωνισμών |
| αιτιατική | τον | θερμοσιφωνισμό | τους | θερμοσιφωνισμούς |
| κλητική | θερμοσιφωνισμέ | θερμοσιφωνισμοί | ||
| Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- θερμοσιφωνισμός < θερμοσίφων(ας) + -ισμός, μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική thermosyphon
Προφορά
- ΔΦΑ : /θeɾ.mo.si.fo.niˈzmos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : θερ‐μο‐σι‐φω‐νι‐σμός
Ουσιαστικό
θερμοσιφωνισμός αρσενικό
- (νεολογισμός, φυσική) η φυσική ή θερμαγωγική κίνηση αέρα ή νερού η οποία πραγματοποιείται λόγω θερμοκρασιακής διαφοράς
Πηγές
- Δελτίο Επιστημονικής Ορολογίας και Νεολογισμών. Ακαδημία Αθηνών. Τεύχος 11, έτος 2012, ISSN: 1106‑8027. Διαθέσιμο pdf στο repository.academyofathens.gr
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.