ηχοεντοπισμός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | ηχοεντοπισμός | οι | ηχοεντοπισμοί |
| γενική | του | ηχοεντοπισμού | των | ηχοεντοπισμών |
| αιτιατική | τον | ηχοεντοπισμό | τους | ηχοεντοπισμούς |
| κλητική | ηχοεντοπισμέ | ηχοεντοπισμοί | ||
| Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- ηχοεντοπισμός < ηχο- + εντοπισμός • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά
- ΔΦΑ : /i.xo.en.do.piˈzmos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : η‐χο‐ε‐ντο‐πι‐σμός
Συγγενικά
- ηχοεντοπιστικός
- → δείτε τις λέξεις ήχος, εντοπισμός και τόπος
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.